Η αλήθεια είναι ότι ως ενήλικες υποτιμούμε την ένταση και την σοβαρότητα του άγχους στα παιδιά, σαν να μην είναι ικανά να βιώσουν αυτήν την κατάσταση ή σαν το άγχος να μην ταιριάζει στη παιδική ανεμελιά τους, πιστεύοντας ότι τα παιδιά έχουν υψηλά επίπεδα ψυχικής ανθεκτικότητας και ότι μπορούν να διαχειριστούν τα αγχογόνα συναισθήματά τους χωρίς κάποιου είδους παρέμβαση.
Η σύγχρονη όμως βιβλιογραφία καταρρίπτει αυτό το μύθο και δείχνει ότι το άγχος της παιδικής ηλικίας σχετίζεται με άλλες μορφές ψυχικής παθολογίας της ενήλικής ζωής. Στην ουσία πρόκειται για μία πολυδιάστατη και σύνθετη συνθήκη, μία ψυχική κατάσταση που δρα συσσωρευτικά και κυριεύει τον οργανισμό, το πνεύμα και την ίδια τη ζωή.
Το ερώτημα σχετικά με το άγχος της παιδικής ηλικίας έχει να κάνει με το πότε η συναισθηματική αυτή κατάσταση δεν αποτελεί πλέον μία αναπτυξιακή φάση και ξεφεύγει από τα όρια μιας απλής φοβίας και περνάει στα όρια του παθολογικού; Παρά την υποτίμηση του άγχους της παιδικής ηλικίας, όλοι μας έχουμε παρατηρήσει ότι τα παιδιά αλλάζουν κάποιες συμπεριφορές κατά καιρούς και σε κάποιες συνθήκες.
Για παράδειγμα, πριν τις εξετάσεις ή τα διαγωνίσματα, σε συνθήκες κοινωνικών αλλαγών (καινούρια πρόσωπα) ή δυσκολία στη σύναψη σχέσεων με συνομηλίκους. Ακόμα και μια αλλαγή στην καθημερινότητά τους και το πρόγραμμά τους μπορεί να πυροδοτήσει αντιδράσεις και αλλαγές στη συμπεριφορά που μας κάνουν εντύπωση και μας προβληματίζουν. Δυστυχώς, αυτές οι καταστάσεις και οι φόβοι είναι πέρα από τον εκούσιο έλεγχο του παιδιού και δεν μπορούν να ερμηνευθούν και να αντιμετωπιστούν με λογική σκέψη.
Κατηγορίες αγχωδών διαταραχών παιδικής ηλικίας
- Διαταραχή άγχους αποχωρισμού κατά την παιδική ηλικία. Πρόκειται για την ανησυχία που βιώνει το παιδί όταν πρέπει να αποχωριστεί το πρόσωπο στο οποίο είναι πιο προσκολλημένο (συνήθως η μητέρα, αλλά μπορεί να είναι και κάποιος άλλος από την καθημερινότητά του). Είναι η πιο συχνή μορφή άγχους στα παιδιά και στην πλειονότητα των παιδιών υποχωρεί μέχρι την ηλικία των 2 ετών και ως ένα σημείο θεωρείται φυσιολογικό αναπτυξιακό στάδιο. Όταν όμως αρχίζει να αποκτά υπερβολικές διαστάσεις, παράταση των ορίων ηλικίας, με έντονες αντιδράσεις από τη μεριά του παιδιού και προσπάθειες αποφυγής καταστάσεων που φέρνουν τον αποχωρισμό (π.χ σχολείο), τότε ίσως το παιδί να χρειάζεται βοηθεια για να αντιμετωπίσει αυτήν την κατάσταση. Οι πιο συνηθισμένοι τρόποι έκφρασης αυτής της ανησυχίας είναι το έντονο κλάμα και η έντονη διαμαρτυρία μπροστά στο ενδεχόμενο αποχωρισμού με το πρόσωπο προσκόλλησης. Οι συστάσεις που δίνονται συνήθως για αυτήν την κατάσταση είναι η ανακούφιση σωματικών συμπτωμάτων (συχνά αναφέρονται πονόκοιλοι ή και γαστρο-οισοφαγικές παλινδρομήσεις) και η αναδόμηση των σκέψεων που δημιουργεί το παιδί σχετικά με το χωρισμό.
- Διαταραχή κοινωνικού άγχους. Είναι ο έντονος και επίμονος φόβος αμηχανίας και ντροπής σε κοινωνικές καταστάσεις ή σε δραστηριότητες που το παιδί καλείται να εκτελέσει μπροστά σε κόσμο . Οι συμπεριφορές που εφαρμόζει το παιδί εκδηλώνοντας αυτό το φόβο είναι η απόδραση ή αποφυγής των κοινωνικών αυτών συνθηκών (π.χ θα φύγει νωρίτερα από μία σχολική γιορτή ή θα αρνηθεί να πάει σε ένα παιδικό πάρτυ). Συνήθως εμφανίζεται στο τέλος της σχολικής ηλικίας και στις αρχές της εφηβείας με μέσο όρο διάρκειας τα 8 έτη. Σχετίζεται με την κατάθλιψη και την χρήση ουσιών στην ενήλική ζωή. Το κοινωνικό άγχος εκφράζεται και με σωματικά συμπτώματα όπως ταχυκαρδία, τρέμουλο, εφίδρωση, μυϊκή ένταση. Τα παιδιά με κοινωνικό άγχος έχουν μειωμένη σχολική επίδοση και φτωχές κοινωνικές σχέσεις, η οποίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως συνέπεια και όχι ως αιτία του άγχους τους. Οι οδηγίες που δίνονται συνήθως για να ανακουφίσουν τα συμπτώματα και τις δυσκολίες, είναι η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση ατομικού ή και ομαδικού τύπου.
- Διαταραχή μετατραυματικού στρες. Προκειται για την αποφυγή επαναβίωσης ενός τραυματικού γεγονότος και τα συμπτώματα της διαταραχής αυτής διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία. Ως τραύμα θεωρείται η έκθεση σε πραγματικό ή επαπειλούμενο θάνατο, σοβαρός τραυματισμός και η σεξουαλική κακοποίηση. Το τραύμα μπορεί να πραγματοποιηθεί με τους εξής τρόπους: άμεση εμπειρία του γεγονότος, άμεση μαρτυρία του γεγονότος, ενημέρωση για το γεγονός που συνέβη σε κάποιο άλλο κοντινό προσωπο, συγγενή ή φίλο. Μετά το τραυματικό γεγονός κάποια παιδιά μπορούν να παλινδρομήσουν σε προγενέστερα αναπτυξιακά στάδια (π.χ να πιπιλούν το δάχτυλό τους ή να παρουσιάσουν μειωμένο έλεγχο των σφικτήρων τους ) ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά μπορούν να αλλάξουν συμπεριφορά, να γίνουν πιο οξύθυμα, να εμπλέκονται συχνά σε καυγάδες με συνομηλίκους και να αποσύρονται από την κοινωνική ζωή, ενώ οι εφιάλτες και τα προβλήματα στη διατροφή τους είναι επίσης ένα συχνό σύμπτωμα. Για την αντιμετώπιση για τη διαταραχή μετατραυματικού στρες συνιστάται η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση.
Παράγοντες επικινδυνότητας για την ανάπτυξη άγχους στην παιδική ηλικία
- Ενδοατομικοί παράγοντες. Μέσα σε αυτούς είναι οι επιπλοκές εγκυμοσύνης και τοκετού, ιδιοσυγκρασία, προβλήματα υγείας, φτωχές κοινωνικές σχέσεις, ανασφαλής προσκόλληση, χαμηλή αυτοεκτίμηση, απόρριψη από συνομηλίκους.
- Οικογενειακοί παράγοντες όπως συγκρούσεις γονέων, παραμέληση ή κακοποίηση από σημαντικούς άλλους, μακροχρόνια ανεργία, ψυχοπαθολογία του ίδιου του γονέα, τρόπος διαπαιδαγώγησης.
- Σχολικό πλαίσιο. Καθώς το σχολείο είναι το δεύτερο σημαντικότερο κοινωνικό περιβάλλον στη ζωή του παιδιού μετά την οικογένεια, καταστάσεις όπως σχολικός εκφοβισμός, απόρριψη από συμμαθητές, σχολική αποτυχία και στιγματισμός, μπορούν να οδηγήσουν σε εκδηλώσεις άγχους.
- Κοινωνικοί παράγοντες. Τέλος, πρέπει να αναφερθούν οι κοινωνικοί παράγοντες οι οποίοι έχουν και αυτοί πολύ σημαντική θέση στην εκδήλωση της όποιας ψυχοπαθολογίας. Έτσι, το χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, ο θρησκευτικός και φυλετικός διαχωρισμός και οι ελλιπείς συνθήκες διαβίωσης δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για τις αγχώδεις διαταραχές τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά.
Τα παιδιά δεν έχουν μηχανισμούς για να ρυθμίσουν μόνα τους και εκκούσια αυτές τις καταστάσεις, επομένως η αναζήτηση βοήθειας από ειδικούς είναι πολύ σημαντική προκειμένου η κατάσταση αυτή να μη μεταφερθεί στην ενήλικη ζωή με τη μορφή μιας άλλης ψυχοπαθολογίας ή δυσκολιών στη συμπεριφορά, στην επίδοση και στις σχέσεις με άλλους ανθρώπους.
Άννα Ντάντσενκο, Ψυχολόγος Ειδικής Αγωγής - Msc παιδοψυχολογίας
Διαβάστε επίσης...
Αγκαλιάζοντας την ανθεκτικότητα: Μια νέα προοπτική για τη γήρανση
Οι ηλικιωμένοι συχνά παρουσιάζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από τους νέους.
Περισσότερα